- Σμῖλις
- Σμῖλιςfem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Σμίλις — Έλληνας γλύπτης του 6ου αι. π.Χ. Ο Παυσανίας λέει πως ήταν από την Αίγινα, ενώ ο Πλίνιος από τη Σάμο. Από αναφορές αρχαίων συγγραφέων, είναι γνωστό πως είχε κατασκευάσει ένα ανθρωπόμορφο ξόανο της θεάς Ήρας στο ιερό της του Άργους, τα… … Dictionary of Greek
Σμίλιδι — Σμίλις fem dat sg Σμί̱λιδι , Σμῖλις fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σμίλιδος — Σμίλις fem gen sg Σμί̱λιδος , Σμῖλις fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Смилид — (Σμίλις) древнегреческий ваятель и зодчий, родом из Эгины, живший в VI в. до Р. Хр. и трудившийся на о ве Самосе. Им были исполнены деревянная статуя Геры для самосского храма этой богини и двенадцать сидящих на тронах Гор, из слоновой кости и… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона